Προβλήματα συμπεριφοράς παιδιών & εφήβων: Τι είναι και πώς να τα διακρίνετε.
Οι ορισμοί βοηθούν, αλλά δεν είναι απόλυτοι
Τα παιδιά αναπτύσσονται σε στενή επαφή με το οικογενειακό και το ευρύτερο κοινωνικό τους περιβάλλον. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια είναι που δοκιμάζουν τα όρια τα δικά τους και των γύρω τους, προσπαθώντας να ανακαλύψουν τον εαυτό τους. Πολλές φορές, οι λεκτικές και ψυχοσωματικές τους αντιδράσεις μας εκπλήσσουν – άλλοτε ευχάριστα κι άλλοτε δυσάρεστα.
Πότε όμως κάτι θεωρείται αποδεκτό ως συμπεριφορά και πότε προβληματικό;
Οι ειδικοί μελετητές που ασχολούνται με το θέμα αυτό καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι για να χαρακτηριστεί μια συγκεκριμένη αντίδραση ως προβληματική θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας πολλούς παράγοντες: Το στενό οικογενειακό περιβάλλον, τις δυναμικές που έχουν αναπτυχθεί μέσα σε αυτό, το σχολικό σύστημα εκπαίδευσης, την ξεχωριστή προσωπικότητα κάθε παιδιού, καθώς και τις κοινωνικές νόρμες που ισχύουν σε κάθε εποχή.
Επίσης, ο υποκειμενικός παράγοντας παίζει ρόλο: Κάτι που μπορεί για έναν γονέα ή εκπαιδευτικό να είναι ενοχλητικό και ανεπιθύμητο, για έναν άλλο μπορεί να μην είναι.
Σε γενικές γραμμές, πάντως, οι δυσμενείς επιπτώσεις που εκδηλώνονται για το ίδιο το άτομο ή/και για το περιβάλλον του είναι ένα κριτήριο διάκρισης που έχει προταθεί από τον Παρασκευόπουλο (1974) και είναι ένα καλό σημείο εκκίνησης.
Πώς ορίζονται τα προβλήματα συμπεριφοράς παιδιών και εφήβων;
Κάθε επαναλαμβανόμενη αρνητική συμπεριφορά του παιδιού που βλέπουμε να εκδηλώνεται στο οικείο ή/και στο σχολικό περιβάλλον, η οποία εμποδίζει την ομαλή προσωπική και κοινωνική του ανάπτυξη, μπορεί να είναι ένα σύμπτωμα προβληματικής συμπεριφοράς.
Πολύ συχνά, μαζί με τις προσωπικές και κοινωνικές δυσκολίες που θα εμφανίσει το παιδί ή ο έφηβος, μπορεί να δούμε και τις σχολικές του επιδόσεις να πέφτουν. Παράλληλα, πρέπει να έχουμε κατά νου ότι οι μαθησιακές δυσκολίες και τα προβλήματα συμπεριφοράς μερικές φορές, πάνε χέρι – χέρι.
Σαν αποτέλεσμα, δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος αρνητισμού, θυμού και σύγχυσης τόσο μέσα στην ψυχή του παιδιού, όσο και στα πρόσωπα του περιβάλλοντός του, τα οποία δεν γνωρίζουν τι ακριβώς να κάνουν.
Ποια είναι η γενεσιουργός αιτία;
Από την πρώτη μέρα της γέννησής μας μέχρι και την όψιμη ζωή μας, ως άνθρωποι, χτίζουμε την προσωπικότητά μας πάνω σε δύο κύριους άξονες:
Τη σχέση με τον εαυτό μας και τη σχέση μας με τους άλλους.
Οι δύο αυτές «σχέσεις ζωής» είναι δυναμικά στοιχεία που μεταβάλλονται όσο περισσότερο εξελισσόμαστε. Η τροπή που μπορούν να πάρουν δεν είναι μονόδρομος, αλλά μια πορεία όλο ελιγμούς, στροφές, ξέφωτα αλλά και αδιέξοδα.
Εφόσον οι δύο αυτές σημαντικές σχετίσεις διαταραχθούν λόγω περιβαλλοντικών, κληρονομικών και άλλων συνθηκών, τότε το άγχος και η δυσθυμία αυξάνονται στο παιδί. Σαν αποτέλεσμα, ο ψυχισμός του αντιδρά και στέλνει “σήμα κινδύνου” προς το περιβάλλον του.
Το παιδί, δηλαδή, αυθόρμητα και συστηματικά, εκδηλώνει μια σειρά από αντιδράσεις που έχουν δυσάρεστες επιπτώσεις στον εαυτό του και στους άλλους, γιατί έχει την ενδόμυχη ανάγκη να αμυνθεί σε αυτό που το φοβίζει.
Ποια είναι τα κυριότερα συμπτώματα;
Όταν η συμπεριφορά εντοπίζεται στη σχέση του παιδιού με τον εαυτό του, έχουμε να κάνουμε με σύνδρομο ενδο-προσωπικής προσαρμογής:
- Άγχος, δυσθυμία, ψυχαναγκασμός.
- Υπερβολικές αναστολές, μοναχικότητα, βραδύς ψυχικός ρυθμός του ατόμου όταν μιλάει, κινείται ή σκέφτεται.
- Ελλειμματική ανάπτυξη, ανωριμότητα που δεν δικαιολογείται από την ηλικία του.
- Ψυχοσωματικές διαταραχές (άγχη και φοβίες που σωματοποιούνται π.χ. ως ανεξήγητοι πόνοι, κράμπες, αϋπνίες, αίσθημα ασφυξίας κ.ά).
- Αυτοτραυματισμός ή αυτοκτονία.
Αντίθετα, όταν η προβληματική συμπεριφορά εντοπίζεται στη σχέση του παιδιού με τους γύρω του, έχουμε να κάνουμε με σύνδρομο δια-προσωπικής προσαρμογής:
- Έλλειψη φιλαλληλίας, ακοινωνικότητα.
- Απόσυρση, υπερβολική σιωπή.
- Επιθετικότητα, θυμός, παραβατικότητα.
Άλλο άσχημη συμπεριφορά, άλλο παθολογική
Για να πάρουμε την απόφαση να απευθυνθούμε σε έναν ειδικό, χρειάζεται να είμαστε πολύ παρατηρητικοί. Έχει μεγάλη σημασία να μη βιαστούμε να βγάλουμε γρήγορα συμπεράσματα, ούτε να παρερμηνεύσουμε ως παθολογική μία τυχαία συμπεριφορά που απλώς, μας έφερε σε δύσκολη θέση.
Επίσης, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας την ηλικία του παιδιού, όπως και ευρύτερες συνθήκες που μπορεί να το έχουν επηρεάσει περιστασιακά: Μετακόμιση, πένθος, απότομη αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος, αποτυχία σε κάποιον προσωπικό του στόχο, ερωτική απογοήτευση κ.ά.
Προβληματική συμπεριφορά, σύμφωνα με τα συμπεράσματα των ειδικών, τείνει να θεωρείται η αντίδραση εκείνη που:
- Εμφανίζεται συστηματικά και επαναλαμβανόμενα για μεγάλο χρονικό διάστημα.
- Επιδεινώνεται με το πέρασμα του χρόνου, αντί να αμβλύνεται.
- Συμπαρασύρει όλο και περισσότερους τομείς της καθημερινότητας του, μέχρι που εγκαθίσταται ως κάτι το “μόνιμο”.
- Ωθεί το παιδί/έφηβο να λειτουργεί με έναν πολύ διαφορετικό τρόπο σε σχέση με τα παιδιά της ηλικίας του, χωρίς να μπορεί να εξηγηθεί με σαφή τρόπο τι πυροδότησε αυτή την αντίδραση.
Προβλήματα συμπεριφοράς: Μια μεταμφιεσμένη ευλογία
Όταν ένα πρόβλημα συμπεριφοράς εκδηλωθεί σε ένα παιδί ή έφηβο, δεν θα πρέπει ούτε να πανικοβληθούμε, ούτε να αρχίσουμε να χρησιμοποιούμε ταμπέλες. Πόσο μάλλον, να θεωρήσουμε προβληματικό το ίδιο το παιδί.
Προβληματική είναι η συμπεριφορά, όχι το παιδί ως προσωπικότητα.
Η εκδήλωση ενός προβλήματος με εμφανή τρόπο σημαίνει ότι ο ψυχισμός του είναι άρτιος και πως έχει καλά αντανακλαστικά. Επιπλέον, μας υποδεικνύει έμμεσα ότι υπάρχει κάτι στο σχολικό ή οικογενειακό του περιβάλλον που ερεθίζει το παιδί να συμπεριφερθεί με αυτόν τον τρόπο.
Τίποτα δε συμβαίνει από το πουθενά. Για να έχουμε μια εκδήλωση, σημαίνει ότι κάτι οπωσδήποτε την έχει πυροδοτήσει. Το “σήμα κινδύνου” έχει σταλεί κι εμείς τώρα πρέπει να το λάβουμε σοβαρά υπόψη μας.
Τέλος, να πούμε ότι το τι θεωρείται “φυσιολογικό” και τι όχι σε μια δεδομένη εποχή (π.χ. η βία ως μέσο σωφρονισμού, οι διαφορετικές προσδοκίες λόγω φύλου) αλλάζει.
Το να πάρει π.χ. μια μαθήτρια το skateboard μαζί της στην εκδρομή του σχολείου, κάποτε θα ήταν αδιανόητο. Όπως και το να μιλήσουμε σε έναν δάσκαλο με το μικρό του όνομα θα θεωρούνταν τιμωρητέα έλλειψη σεβασμού στο παρελθόν.
Σήμερα, όμως, όλα αυτά δε θεωρούνται καθόλου προβληματικά, αλλά εντελώς φυσιολογικά.
Μέτρον άριστον
Επομένως, το να περιμένουμε από τα παιδιά μας να γίνουν πιστά αντίγραφα μιας συγκεκριμένης νόρμας, δεν είναι το ζητούμενο. Ούτε ότι όταν περιστασιακά εκφράσουν την έντονη αντίδρασή τους σε κάτι που εμείς θεωρούμε δεδομένο, θα πρέπει να πάει αμέσως ο νους μας σε κάποια διαταραχή.
Η υπερβολική και αδικαιολόγητη “ησυχία” ίσως θα έπρεπε να μας προβληματίζει περισσότερο.
Σε κάθε περίπτωση, η κατανόηση, η αποδοχή και η ανοιχτή επικοινωνία είναι πολύτιμες στρατηγικές αντιμετώπισης που μπορούν να φέρουν αποτελέσματα σε βάθος χρόνου.
Με εκτίμηση,
Γεωργία Κουτέρη,
Σύμβουλος Επαγγελματικού Προσανατολισμού & Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας